Νάσος Βαγενάς, [απόσπασμα από το δοκίμιο «Η ειρωνική γλώσσα»]

ImageΗ γλωσσική του φύση οδήγησε τον Καβάφη σ’ ένα είδος λεκτικής ειρωνείας, που τ’ αποτελέσματά της θα ήταν δύσκολο να τα είχε προβλέψει ακόμα κι ο ίδιος. Ο τρόπος με τον οποίο ο Καβάφης συνδυάζει τη δημοτική με την καθαρεύουσα (ένας τέτοιος ειρωνικός συνδυασμός είναι από τη φύση του αποτελεσματικό μέσο ειρωνείας – και μερικοί στίχοι των Ελλήνων υπερρεαλιστών σώζονται χάρη κυρίως σ’ αυτόν) είναι η κύρια πηγή έντασης της λεκτικής ειρωνείας του και, συνεπώς, μια από τις πηγές έντασης της ειρωνικής του γλώσσας, αφού η λεκτική ειρωνεία εντείνει τη δραματική ειρωνεία. Η ένταση της τελευταίας θα πρέπει να είναι στις μέρες μας αυξημένη, γιατί η ένταση της λεκτικής ειρωνείας του Καβάφη είναι φανερό πως έχει αυξηθεί. Και αυτό έχει συμβεί γιατί έχουμε ξεπεράσει ορισμένες, φυσικές για τις αρχές του αιώνα μας, προκαταλήψεις σχετικά με τη γλώσσα της ποίησης, πράγμα για το οποίο έχει συντελέσει και η ίδια η ποιητική γλώσσα του Καβάφη.

Νάσος Βαγενάς, «Η ειρωνική γλώσσα» (στο συλλογικό τόμο Εισαγωγή στην ποίηση του Καβάφη), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Edmund Keeley, [απόσπασμα από το δοκίμιο «Η οικουμενική προοπτική»]

ImageΟ χλευασμός του για την αυταπάτη, ιδιαίτερα των ισχυρών, και η συμπάθειά του για κείνους που αντιμετωπίζουν την καταδίκη τους χωρίς ψευδαίσθηση, είναι από τις ποιότητες που τον κάνουν τόσο πολύ σύγχρονό μας. Είρωνας και ρεαλιστής, παλαίμαχος παρίας σε μια κοινωνία που «συσχέτιζε κουτά», μιλάει για την κυρίαρχη διάθεση της εποχής μας. Και ο μύθος του, και στους αρχαίους και στους νεότερους συσχετισμούς του, προβάλλει ένα όραμα από το παρελθόν, που μπορεί να μεταφραστεί απευθείας στη γλώσσα της σύγχρονης εμπειρίας, είτε με κέντρο τις σπασμένες εικόνες της έρημης χώρας, είτε με την προσήλωση στον ηδονισμό και την ειλικρινή αυτεπίγνωση που εμψυχώνει τον ξεχωριστό τρόπο ζωής, στο κέντρο του μύθου. Η Αλεξάνδρεια του Καβάφη, και ο κόσμος του ελληνισμού που την περιβάλλει, προοιωνίζουν τόσο πολύ την ατμόσφαιρα που επικρατεί σήμερα, ώστε αποτελούν τώρα μεταφορική έκφραση της εποχής μας, ιδιαίτερα με τον ειρωνικό σκεπτικισμό για το παιχνίδι που τόσο ανελέητα παίζουν τα έθνη και τα κόμματα των ισχυρών και των λιγότερο ισχυρών τις τελευταίες δεκαετίες, και, ίσως το σπουδαιότερο, για τις εντάσεις που γεννήθηκαν με τη μετατόπιση, στις αρχές του αιώνα μας, από μια πίστη στις παραδοσιακές ιδεολογίες, σε μια πίστη στον εαυτό (είτε σε φροϋδική είτε σε υπαρξιστική βάση), μια μετατόπιση που σήμανε για μερικούς προσωπική απελευθέρωση από ξεπερασμένα ταμπού, και για κάποιους άλλους αχαλίνωτες και συχνά άθεες και παρακμιακές μονομανίες. Ο μύθος του προσφέρει ένα πρότυπο και για τις δύο αυτές προοπτικές, ενώ η δική του προοπτική –η οικουμενικότερη προοπτική που μας απασχόλησε εδώ- τις συνδέει, παραμένοντας ταυτόχρονα, θεϊκά θα ’λεγε κανείς, έξω από το δημιούργημά του, σ’ ένα επίπεδο, όπου η καταδίκη μπορεί ν’ ανασταλεί και να δοθεί χάρη: όχι όμως στους διεφθαρμένα αρχομανείς, ούτε στους πουριτανικά αλαζόνες, ούτε σ’ όσους τρέφουν τυφλές αυταπάτες.

Edmund Keeley, «Η οικουμενική προοπτική» (στο συλλογικό τόμο Εισαγωγή στην ποίηση του Καβάφη), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Νάσος Βαγενάς, [Καβαφική ειρωνεία]

ImageΑν σκεφτεί κανείς ότι το βασικό χαρακτηριστικό κάθε ειρωνείας είναι μια αντίθεση ανάμεσα σ’ ένα φαινόμενο και σε μια πραγματικότητα, και πως το μεγαλύτερο και ωριμότερο μέρος του έργου του Καβάφη οικοδομείται πάνω σε τέτοιες αντιθέσεις, τότε το πρόβλημα της ποίησής του δεν είναι δύσκολο να λυθεί. Η ειρωνεία τραβάει τη συγκίνηση δια του κενού, γιατί λειτουργεί δια της φαινομενικής απουσίας, δηλαδή με τη δραστικότητα σκέψεων και συναισθημάτων που υπονοούνται ή αποσιωπούνται. Η ειρωνεία είναι βέβαια ένας διανοητικός τρόπος αντίληψης, που όμως συνοδεύεται από τα δικά του χαρακτηριστικά συναισθήματα και από τις δικές του συγκινήσεις. Σ’ έναν μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό υπάρχει σ’ όλους τους μεγάλους ποιητές – άλλωστε, όπως έχει ειπωθή, όλη η ποίηση είναι ειρωνική. Ωστόσο στον Καβάφη λειτουργεί με τέτοιον τρόπο που θα μπορούσαμε να πούμε πως η ποίησή του είναι γραμμένη με γλώσσα ειρωνική.

Με τον όρο «ειρωνεία» και «ειρωνική γλώσσα» εννοώ το είδος της έκφρασης που δημιουργεί το χώνεμα της λεκτικής ειρωνείας του Καβάφη με τη δραματική του ειρωνεία. Με την πρώτη ο Καβάφης υποβάλλει νοήματα και αισθήματα που δεν βρίσκονται στις λέξεις του και που συχνά είναι αντίθετα από το νόημα που αυτές εκφράζουν. Με τη δεύτερη δημιουργεί αντιθέσεις καταστάσεων που, υποβάλλοντας ή αποκαλύπτοντας την αληθινή όψη των πραγμάτων, αποδεικνύουν ότι η ιδέα των ηρώων του για την πραγματικότητα είναι μια τραγική αυταπάτη. Ακόμα και η παρουσία φανταστικών προσώπων και ιστορικών χαρακτήρων στα ποιήματά του, που χρησιμεύουν για να αναπαραστήσουν σύγχρονα συναισθήματα, είναι μια μορφή ειρωνείας, λεκτικής και, ταυτόχρονα, δραματικής.

Νάσος Βαγενάς, «Η ειρωνική γλώσσα» (στο συλλογικό τόμο Εισαγωγή στην ποίηση του Καβάφη), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης