Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Ο Κ.Π.Καβάφης και οι εικαστικοί καλλιτέχνες [απόσπασμα]

Ο ποιητής Κ.Π.Καβάφης

Ο ποιητής Κ.Π.Καβάφης

Δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι ο ποιητής ήταν ωραίος άντρας, τουλάχιστον στα χρόνια της βιολογικής και δημιουργικής ωριμότητάς του, ή ότι υπήρξε σ’ ολόκληρο τον βίο του εξαιρετικά καλοντυμένος. Απεναντίας, με το πέρασμα των χρόνων, καθώς τον εγκαταλείπει η νεότητα και αυξάνονται οι όποιες ιδιορρυθμίες και παραξενιές του, η μορφή του και η όλη συμπεριφορά του, που συχνά ξενίζουν, προσφέρονται για διακωμώδηση και δίνουν τροφή στους γελοιογράφους. Ο ποιητής συνήθιζε, τουλάχιστον μέχρι τα σαράντα του χρόνια, να φωτογραφίζεται κατά διαστήματα, με ποικίλες αφορμές, όπως έκαναν εξάλλου και τα άλλα μέλη της οικογένειας Καβάφη. Η διαδικασία όμως αυτή παρέμενε προσωπική υπόθεση του καθενός. Είναι ενδεικτικό ότι δεν υπάρχει ούτε μια φωτογραφία του μαζί με άλλους – φίλους, ομοτέχνους ή συγγενείς – εκτός από ορισμένες παιδικές με τ’ αδέλφια του. Ας μην ξεχνάμε, τέλος, ότι η μητέρα του Χαρίκλεια πέθανε πηγαίνοντας για να φωτογραφηθεί. Οι προσωπικές φωτογραφίες του δηλώνουν και την κατά καιρούς εικόνα που ήθελε ο ίδιος να περάσει προς τα έξω. Στις διαδοχικές πόζες του κατά το γύρισμα του 19ου προς τον 20ο αιώνα εύκολα διαπιστώνεται η αβεβαιότητα ενός ανθρώπου ο οποίος δεν έχει καταλήξει στην τελική εικόνα της μορφής του: τα πορτρέτα αυτά τον παρουσιάζουν άλλοτε με ισχνό μούσι και ικανού μεγέθους μουστάκι και άλλοτε με ενδυματολογικές επιλογές που θυμίζουν MarcelProust- πάντως δεν είναι ασύμβατα με το όλο πνεύμα της εποχής. Θυμίζω ότι ανάλογη αστάθεια παρουσιάζει και η υπογραφή του, έως ότου παγιωθεί στον πασίγνωστο τύπο «Κ.Π. Καβάφης». Είναι γνωστό ότι στα 1917 (βρίσκεται ήδη στα πενήντα πέντε του χρόνια) δίνει μια νεανική του φωτογραφία προς δημοσίευση στο αλεξανδρινό περιοδικό Γράμματα, συνοδευόμενη από τη λεζάντα: «Ο Καβάφης προ χρόνων». Αυξημένη κοκεταρία; Ηθελημένη πρόκληση; Την ίδια χρονιά ο Ε.Μ. Forster τον περιγράφει να γυρνά στους δρόμους της Αλεξάνδρειας σαν ένας αξιοθέατος και αξιοπερίεργος τύπος, που στέκεται γενικώς «σε ελαφρήν απόκλιση προς το σύμπαν». Πάντως, στην πολλαπλώς κρίσιμη για την τύχη του καβαφικού έργου δεκαετία 1920-1930, ο ποιητής φρόντισε να αποκτήσει ευάριθμες και διαδοχικές «επίσημες» φωτογραφίες του, άλλοτε εμφανώς ρετουσαρισμένες (και, αναπόφευκτα, κακεντρεχώς σχολιασμένες) και άλλοτε περισσότερο πιστές και φυσικές. Σ’ αυτές ακριβώς τις ύστερες φωτογραφίες του έχουν στηριχτεί κατά κύριο λόγο οι περισσότεροι από τους μεταγενέστερους εικαστικούς καλλιτέχνες που δεν τον γνώρισαν προσωπικώς.

Απόσπασμα από το δοκίμιο «Ο Κ.Π.Καβάφης και οι εικαστικοί καλλιτέχνες» στο Κ.Π.Καβάφης: Η ποίηση και η ποιητική του, εκδ. Κίχλη.

E.M.Forster, [σχόλιο για τα ποιήματα «Αλεξανδρινοί Βασιλείς» και «Εν τω Μηνί Αθύρ»]

ImageΞεχωρίζω δύο από τα ποιήματα αυτά ως ικανά δείγματα της μεθόδου του. Στο πρώτο ο Καβάφης υιοθετεί το ακριβολόγο, το σχεδόν υπερβολικά λεπτομερές περιγραφικό ύφος των παλαιών χρονικών για να δημιουργήσει την εντύπωση που θέλει. Το ποίημα επιγράφεται «Αλεξανδρινοί Βασιλείς» και αναφέρεται σ’ ένα περιστατικό της βασιλείας της Κλεοπάτρας και του Αντωνίου… Ακόμη και μεταφρασμένο ένα ποίημα σαν και τούτο έχει ύφος «αριστοκρατικό». Είναι έργο ενός καλλιτέχνου που δεν ενδιαφέρεται για την εύκολη ομορφιά. Στο δεύτερο παράδειγμά μου, μολονότι το θέμα του είναι συγκινητικό, ο Καβάφης διατηρεί την ίδια αντικειμενική στάση. Το ποίημα είναι σπασμένο σε ημιστίχια -ο ποιητής συλλαβίζει το επιτύμβιο ενός νέου που πέθανε «εν τω μηνί Αθύρ» (τον Νοέμβριο των αρχαίων Αιγυπτίων), θέλοντας να εκφράσει την αφάνεια και τον σπαραγμό, που κάποτε προβάλλουν μαζί μέσα από το παρελθόν, ενωμένες σε ένα και το αυτό φάντασμα…

Με δυσκολία διαβάζω   στην πέτρα την αρχαία.
«Κύ[ρι]ε Ιησού Χριστέ».   Ένα «Ψυ[χ]ήν» διακρίνω.
«Εν τω μη[νί] Aθύρ»        «Ο Λεύκιο[ς] ε[κοιμ]ήθη».
Στη μνεία της ηλικίας   «Εβί[ωσ]εν ετών»,
το Κάππα Ζήτα δείχνει   που νέος εκοιμήθη.
Μες στα φθαρμένα βλέπω   «Aυτό[ν]… Aλεξανδρέα».
Μετά έχει τρεις γραμμές   πολύ ακρωτηριασμένες·
μα κάτι λέξεις βγάζω —   σαν «δ[ά]κρυα ημών», «οδύνην»,
κατόπιν πάλι «δάκρυα»,   και «[ημ]ίν τοις [φ]ίλοις πένθος».
Με φαίνεται που ο Λεύκιος   μεγάλως θ’ αγαπήθη.
Εν τω μηνί Aθύρ   ο Λεύκιος εκοιμήθη. 

E.M.Forster, «Η ποίηση του Κ.Π.Καβάφη» (στο συλλογικό τόμο Εισαγωγή στην ποίηση του Καβάφη), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης